Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

Έφυγε νωρίς η ψυχή του πάρτι της Βουλιαγμένης

Έφυγε για το μεγάλο ταξίδι ο Λουκιανός Κηλαηδόνης στις 7 Φεβρουαρίου. Ο φτωχός και μόνος κάου μπόι, ο Λούκυ Λουκ της ελληνικής μουσικής σκηνής με το ιδιαίτερο ύφος και τις ποιοτικές μελωδίες που αγκαλιάστηκαν από το κοινό, "πήρε τ' άλογο του" κι ανέβηκε στους ουρανούς.
Χαραγμένο στη μνήμη των παλιότερων θα μείνει το πάρτι στη Βουλιαγμένη, το καλοκαίρι του 1983, το ελληνικό Woodstock, όπως χαρακτηρίστηκε, με την πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα προσέλευση 100.000 ατόμων.
https://youtu.be/ALSjjsAQ1l4

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

Δάκρυ δίχως ύδωρ
Παραμυθάκι μου…
Χαρακτήρες χορεύουν ολόγυρα, πρόσωπα ποταπά.
Φιγούρες ανθρωπόμορφες να σέρνουν το καΐκι.
Εκείνο που βουλιάζει ολοένα πιο γοργά.
Δίχως έλεος μάσκες να φορούν,
να πετούν κοστούμια και ρόλους.
Καρτερία ν’ ακουστεί, οίκτος να κρυφτεί.
Τρόμος την αγάπη να νυμφευθεί.
Μάτια σκυθρωπά, χείλη ξερά, κορμί αδύναμο που λέοντας φαντάζει.
Λευκό πανί μάχη να σημάνει.
Σκούρο μελάνι, πάπυρο να μη λερώσει.
Λόγια, λόγια ψεύτικα πολλά, λόγια αμέτρητα, απατηλά…
Πληγή δίχως πόνο να αιμορραγεί,

άρτος άκοπος να χαραχθεί.

 Μυράντα Χαραλαμπάκη Β’5.
Άοπλος επιβάτης
Αγαπώ τα άλογα είπε ο καβαλάρης κι εχτύπα το καμουτσίκι γερά.
Μαγεμένο το φωτεινό του ηλίου αναφώνησε η κόρη κι έκρυψε τους οφθαλμούς της.
Όμορφα μυρίζει το λιβάνι, μα άφησες το κερί να λιώνει.
Να λιώνει και να καίει πλάι στο σεντόνι.
Το λευκό γαληνεύει συλλογίστηκες, μα κόκκινο της πυράς φουστάνι εφόρεσες.
Σκούρο το μελάνι φαντάζει, που με τον καιρό ξεθωριάζει.
Ευγνώμονες για το μάνα λέγουν, μα τον άρτο να πετούν μπορούν.
Άλλα λεν τα μάτια, άλλα τα χείλη, άλλα η καρδιά.
Άλλα ο νους προστάζει, δύσβατο μονοπάτι χαράζει.
Πονώ που πονάς μου είπες κι απλά με λυπήθηκες.

Μυράντα Χαραλαμπάκη Β’5.
Τα παραπετάσματα του πλοίου
Άραγε τι να ‘ναι αγάπη;
Μοιάζει με φτερό στο χώμα ξαπλωμένο,
άλλοτε άφθαρτο κι άλλοτε φθαρμένο.
Με άγκυρα μοιάζει βαριά,
Που στο βυθό της θάλασσας μένει παγιδευμένη και στο λιμάνι της καρδιάς, όλα τα υπομένει.
Μια ζωγραφιά μικρού παιδιού με χρώματα περίσσια,
ανάκατα χορεύουνε και φτιάχνουν παραμύθια.
Σκίτσα θα δεις εδώ κι εκεί και το χαρτί γεμίζει.
Μα αν ο χώρος δεν αρκεί, το τέλος ποιος ορίζει;
Ιώδιο είναι της θάλασσας, αλμύρα στο νερό της.
Καλά κρυμμένος θησαυρός, χαμένος στο βυθό της.
Αν είναι δένδρο η ζωή, η αγάπη είναι η ρίζα.
Που τον κορμό της έθρεψε, όμως και τα φύλλα.
Στον πόλεμο η αγάπη να ‘τανε μια πλούσια πανοπλία.
Ξίφη εχθρού να μη τρυπούν το σώμα με μανία.
Σε πάπυρο η αγάπη γράφηκε με έντονο μελάνι.
Κι αν αυτός ξεθώριασε, αυτή δε ξεθυμάνει.
Ό, τι και να ‘σαι αγάπη μου , μείνε εδώ μαζί μου.

Εσύ είσαι ο πόνος μου, συνάμα η θαλπωρή μου.

Μυράντα Χαραλαμπάκη Β’5.